Γράφει ο ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ Στρατιωτικός ιατρός – χειρουργός ωτοριν/λόγος, Διευθυντής ΩΡΛ Κλινικής 404 ΓΣΝΛ
Η ρινοπλαστική αποτελεί την πιο συχνή αλλά ταυτόχρονα και την πιο δύσκολη αισθητική παρέμβαση στο ανθρώπινο σώμα. Απαιτεί από τον χειρουργό Ωτοριν/λόγο άριστη γνώση της ανατομίας της μύτης, όλων των σύγχρονων χειρουργικών τεχνικών, αλλά και υψηλή αισθητική. Και όλα αυτά γιατί το τελικό αποτέλεσμα θα πρέπει να είναι απόλυτα εναρμονισμένο με τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά του προσώπου.
Γι’ αυτό, στο πλαίσιο της προεγχειρητικής εκτίμησης, ο κάθε χειρουργός Ωτοριν/λόγος είναι υποχρεωμένος να αφιερώσει αρκετό χρόνο για να εξηγήσει στον/η ενδιαφερόμενο/η κατά την πρώτη του/της επίσκεψη, ποια είναι τα αισθητικά προβλήματα της μύτης του, τα βασικά στάδια τα ρινοπλαστικής, την μετεγχειρητική του πορεία, τις πιθανές επιπλοκές, αλλά και να λύσει οποιαδήποτε τυχόν απορία προσπαθώντας να εξαλείψει τυχόν φοβίες, μύθους, ανασφάλειες και άγχη που ενδέχεται να έχουν παρουσιαστεί.
Η διάρκεια της επέμβασης κυμαίνεται από μία έως μιάμιση ώρα στις πιο δύσκολες περιπτώσεις. Με τις σύγχρονες χειρουργικές τεχνικές, η επέμβαση αυτή έχει γίνει ελάχιστα τραυματική. Με τη χρήση πολύ μικρών ραμμάτων και μοσχευμάτων μπορεί να διορθωθεί οποιαδήποτε δυσμορφία.
Η ρινoπλαστική είναι επέμβαση πλέον εντελώς ανώδυνη. Επίσης, ακόμα και αν συνδυασθεί με ευθειασμό του ρινικού διαφράγματος, δεν τοποθετείται ενδορινικός πωματισμός (γάζες ή φύλλα σιλικόνης ή σωληνάκια ή κάτι άλλο), οπότε ο/η ασθενής αναπνέει άμεσα από τη μύτη του. Η παραμονή στο νοσοκομείο ή στην κλινική είναι συνήθως μερικές ώρες (4-5) και στη συνέχεια ο ασθενής μπορεί να αποχωρήσει για το σπίτι του. H ανάρρωση του διαρκεί έξι ημέρες και μετά μπορεί να επιστρέψει στις δραστηριότητές του.
Μία ρινοπλαστική που μπορεί να συνδυάζεται και με βελτίωση της ρινικής αναπνοής, μπορεί σίγουρα να αλλάξει την ψυχολογία, να τονώσει την αυτοπεποίθηση και να βελτιώσει το «προφίλ» κάποιου/ας, προσφέροντας μία ισορροπημένη ψυχική και σωματική υγεία.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Θεσσαλικές Επιλογές» το Νοέμβριο του 2015.